Κυριακή 28 Οκτωβρίου 2012

Απευθείας από τον Ισπανικό Εμφύλιο

"Η μέρα ήταν όμορφη πάνω από τα πλαγιασμένα κορμιά και το χυμένο αίμα"  

Ο Ισπανικός Εμφύλιος(1936-1939) αποτελεί ένα από τα κορυφαία γεγονότα του περασμένου αιώνα.Πρόκειται για τον πιο ιδεολογικά χρωματισμένο πόλεμο στην ανθρώπινη ιστορία και ταυτόχρονα το πιο εντυπωσιακό παράδειγμα λαϊκού αγώνα για την ελευθερία.Στη συλλογική μνήμη ο πόλεμος αυτός είναι συνυφασμένος με το -κατώτερο της φήμης του- έργο του Χέμινγουεϊ "Για ποιον χτυπάει η καμπάνα".Εξαιτίας του γεγονότος αυτού, ένα πραγματικά σπουδαίο βιβλίο, ένα ντοκουμέντο βγαλμένο από τις φλόγες της Μαδρίτης και του Τολέδο , μπήκε σε δεύτερη μοίρα για πολλά χρόνια.

 Ο λόγος για την "Ελπίδα" του Andre Malraux (εκδ.Εξάντας, μετάφραση Γιώργος Σπανός).Ο συγγραφέας αναμείχθηκε ενεργά στον Εμφύλιο, κατατάχτηκε στην αεροπορία και οργάνωσε εράνους και ενημερωτικές καμπάνιες σε ολόκληρη την Ευρώπη προκειμένου να ενισχυθεί ο Δημοκρατικός Στρατός.Οι προσπάθειές του απέδωσαν καρπούς, καθώς αγοράστηκαν συνολικά είκοσι αεροπλάνα.Το συγκλονιστικό αυτό βιβλίο γράφτηκε στο πρώτο έτος της σύγκρουσης και εκδόθηκε το 1937, ενόσω η έκβαση του πολέμου ήταν ακόμα αβέβαιη.

"Όταν ο Λοπέθ βγήκε από τη Χεφατούρα, τα παιδιά γύριζαν από το σχολείο με τη σάκα στη μασχάλη.Βάδιζε, με τα χέρια απλωμένα σαν ανεμόμυλος και τη ματιά χαμένη, και παρά λίγο να πατήσει μια μαύρη λακκούβα.Ένας αναρχικός τον έσπρωξε, λες κι ο Λοπέθ θα πατούσε λαβωμένο ζωντανό:
-Πρόσεχε, φίλε, είπε
Και με σεβασμό:
-Αίμα αριστερό!"

 "Η ελπίδα" δεν έχει σφιχτοδεμένη πλοκή.Ο Malraux ακολουθεί γραμμικά τα γεγονότα από τον Ιούλιο του 1936,οπότε και εκδηλώθηκε το κίνημα του Φράνκο, μέχρι τον Μάρτιο του επόμενου έτους, όταν οι Δημοκρατικοί απέκρουσαν με επιτυχία,έπειτα από πολύμηνη πολιορκία, τα φασιστικά στρατεύματα έξω από την Μαδρίτη."Ελπίδα" λοιπόν, είναι αυτό που αισθάνεται ο συγγραφέας και οι Δημοκρατικοί ενόψει της συνέχειας του αγώνα.

 Ο συγγραφέας δεν εστιάζει σε ένα πρόσωπο, σε μια πόλη, σε μια κομβικής σημασίας μάχη.Στόχος του είναι να αποτυπώσει σε όλη του την έκταση τον αγώνα του Ισπανικού λαού και για αυτόν το λόγο δεκάδες είναι τα πρόσωπα που περνούν από τις σελίδες του βιβλίου.Τον πόλεμο πάντως τον παρακολουθούμε από τη σκοπιά του Δημοκρατικού Στρατού, καθώς ποτέ δεν έχουμε την οπτική ενός Φαλαγγίτη ή ενός κινηματία στρατιώτη.Ενδεχομένως κάποιοι θα κατηγορούσαν τον Malraux για μεροληπτική στάση, όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο ίδιος έζησε τον πόλεμο από τη μεριά των Δημοκρατικών.

  Για τον συγγραφέα το έργο αυτό είναι κάτι παραπάνω από ένα μυθιστόρημα, είναι ένα δημοσιογραφικό ντοκουμέντο που θα ταρακουνήσει τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προκειμένου να ενισχύσουν την προσπάθεια της Δημοκρατίας να επιβιώσει από το φασιστικό πραξικόπημα.Σε πολλά σημεία η γλώσσα είναι δημοσιογραφική, λιτή και περιγραφική.Μόνον όταν τα ίδια τα γεγονότα -όχι σπάνια πάντως- το επιβάλλουν, επιτρέπει ο Malraux στον εαυτό του μια έκφραση πιο λυρική και ποιητική, κατάλληλη για να απεικονίσει το μεγαλείο και τη σκληρότητα του αγώνα για την ελευθερία.


 Δεν είναι επομένως τόσο τα πρόσωπα, όσο τα γεγονότα αυτά που έχουν σημασία.Οι δεκάδες οπτικές εναλλάσσονται, τα πρόσωπα επανέρχονται και οι σκέψεις τους καταγράφονται, όμως η ταύτιση με κάποιον συγκεκριμένο δεν είναι εφικτή.Στόχος είναι ο αναγνώστης να θαυμάσει και να ταυτιστεί τελικά με τον ανώνυμο Ισπανό που παράτησε οικογένεια και δουλεία για να αντιμετωπίσει με τα πενιχρά μέσα που διέθετε  έναν οργανωμένο και εκπαιδευμένο στρατό.Πρωταγωνιστής δεν είναι ο αναρχικός συνδικαλιστής, το μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο πιστός στην Κυβέρνηση αξιωματικός,ο δυναμιτιστής, ο εθελοντής στις Διεθνείς Ταξιαρχίες.Είναι όλοι αυτοί μαζί: το μαχόμενο Ισπανικό έθνος με τους συμμάχους του.

"Ο Μάνουελ έφτασε στην πλατεία μετά την ομοβροντία του εκτελεστικού αποσπάσματος.Οι τρεις άντρες τουφεκίστηκαν σ΄έναν  δρόμο λίγο πιο πέρα.Τα σώματα ήταν σωριασμένα  μπρούμυτα με το κεφάλι στον ήλιο και τα πόδια στη σκιά.Ένα μικρούτσικο χνουδωτό γατάκι άγγιζε με τα μουστάκια του τη λιμνούλα το αίμα εκείνου με την πλακουτσωτή μύτη.Ένα αγόρι σίμωσε, έδιωξε το γατί, βούτηξε το δάχτυλό του στο αίμα και άρχισε να γράφει στον τοίχο.Ο Μάνουελ με έναν κόμπο στον λαιμό, παρακολουθούσε το χέρι: "ΘΑΝΑΤΟΣ ΣΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ".Το χωριατόπουλο ανασήκωσε τα μανίκια του και πήγε να πλύνει τα χέρια του στη βρύση του χωριού."

 Έμφαση στα γεγονότα,είπαμε, και είναι πολλά αυτά που αναφέρονται.Εξακόσιες σελίδες με φωτογραφίες από εκείνη την περίοδο.Οι πρώτες σελίδες,τη νύχτα του πραξικοπήματος, με τα τηλέφωνα να χτυπάνε διαρκώς σε κάθε πόλη στην προσπάθεια των συνδικαλιστών να εντοπίσουν ποιες πόλεις έμειναν πιστές στην κυβέρνηση και ποιες προσχώρησαν στο κίνημα του Φράνκο, την ίδια ώρα που καμιόνια φορτωμένα με τουφέκια οπλίζουν τον λαό, ανήκουν στο προσωπικό λογοτεχνικό μου πάνθεον.

 "Η Ελπίδα" τα δείχνει όλα: τα αυτοσχέδια οδοφράγματα που στήνονται στην Βαρκελώνη τη μέρα του πραξικοπήματος, τις πρώτες αψιμαχίες που ακολουθούν, τους εργάτες που τραγουδούν τη Διεθνή και χαιρετούν με υψωμένη γροθιά ,τα εκτελεστικά αποσπάσματα των δύο πλευρών(άλλο ένα συγκλονιστικό κεφάλαιο), τις προσπάθειες των Δημοκρατικών για συγκρότηση αξιόμαχου στρατού παρά την υστέρηση σε τεχνικά μέσα, τις ηρωικές αεροπορικές επιχειρήσεις, τους ξένους που έρχονται να καταταγούν και να πεθάνουν για τη δημοκρατία, τη φρίκη μέσα στα στρατιωτικά νοσοκομεία, τη "μαγική¨σιωπή στην Μαδρίτη πριν την έναρξη της πολιορκίας, τους αλλεπάλληλους βομβαρδισμούς της πρωτεύουσας, την μαζική έξοδο σχεδόν εκατό χιλιάδων πολιτών από την Μάλαγα μετά την κατάληψη της πόλης από τους φασίστες.Και πάνω από όλα δεκάδες μικρά δράματα, πράξεις ηρωισμού και αυτοθυσίας.Αν το βιβλίο χάνει κάπως την πνοή και την έντασή του είναι στις τελευταίες 60-70 σελίδες όταν ο Malraux περιγράφει κάπως πιο αποστασιοποιημένα τις πολεμικές επιχειρήσεις.


                                                 Francisco Goya El tres de mayo de 1808 en Madrid


 Ένα ακόμα σημείο που παρουσιάζει ενδιαφέρον είναι το γεγονός πως ο συγγραφέας στη διάρκεια της συμμετοχής του στον πόλεμο διαισθάνθηκε και κατέγραψε στο βιβλίο του τις αντίρροπες δυνάμεις ακόμα και μες στο στρατόπεδο των δημοκρατικών.Μέσα από πολλές συζητήσεις αναδεικνύεται η αντίθεση των κομμουνιστών-αναρχικών-φιλελεύθερων και μη σταλινικών σοσιαλιστών, η οποία παρότι αρχικά παραμερίστηκε τελικά εκδηλώθηκε και υπονόμευσε σημαντικά τον αγώνα των δημοκρατικών( απίστευτο είναι ο τρόπος που η σύγκρουση αυτή έθεσε σε κίνδυνο τον ... Τζορτζ Όργουελ, αλλά αυτό θέλει άλλο ποστ).Από αυτήν την λεπτομέρεια φαίνεται πόσο προσεκτικός παρατηρητής υπήρξε ο Γάλλος συγγραφέας που μας χάρισε αυτό το υπέροχο έργο.


"Τη φτηνή που φαντάζει η Ιστορία μπροστά στη ζωντανή σάρκα,την ακόμα ζωντανή σάρκα!"

εδώ μπορείτε να ακούσετε το πιο γνωστό τραγούδι του ισπανικού εμφυλίου

Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012

Φλυαρία, ψήγματα πολέμου και απογοήτευση

Αγόρασα με πραγματικά μεγάλες προσδοκίες το "Δέντρο από Καπνό"(εκδ.Πατάκη, μετάφραση Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης) του Ντένις Τζόνσον.Κάτι το National Book Award που απέσπασε το 2007, κάτι η θεματολογία περί Βιετνάμ, κάτι τα επαινετικά λόγια του πολυδιαβασμένου librofilo με έκαναν να προμηθευτώ  το βιβλίο, περιμένοντας ένα μοντέρνο έπος για τη φρίκη του πολέμου και την αθλιότητα στην οποία μπορεί να βυθίσει τον άνθρωπο.Για λόγους που θα εξηγήσω στη συνέχεια, το βιβλίο όχι απλώς δεν κατάφερε να ανταποκριθεί σε ό,τι είχα στο μυαλό μου, αντίθετα αποδείχθηκε μια όχι και τόσο θετική αναγνωστική εμπειρία.

Πρώτα,πρώτα ας δούμε την υπόθεση.Παρότι το βιβλίο είναι σχετικά πολυπρόσωπο, εύκολα μπορεί να διακρίνει κανείς δύο βασικούς χαρακτήρες, οι οποίοι προσφέρουν διαφορετικές εισόδους στον κόσμο  του Βιετνάμ.Ο Σκιπ είναι ο γραφειοκράτης της CIA, ένας αφανής μυστικός πράκτορας που αναλαμβάνει διάφορες αποστολές στη Νοτιοανατολική Ασία με κοινή συνισταμένη τον πόλεμο ενάντια στον κομμουνισμό, όπως πρέσβευε το δόγμα της εποχής.Δεν πρόκειται όμως για έναν δραστήριο, ετοιμοπόλεμο πράκτορα τύπου Τζέιμς Μποντ. Ο Σκιπ είναι η ουρά του συνταγματάρχη θείου του και περνά ολόκληρους μήνες εντελώς απομονωμένος σε μια προστατευμένη ζώνη στο Βιετνάμ, αποδελτιώνοντας και αρχειοθετώντας κάποιες ,ακαταλαβίστικες σε αυτόν , κρυπτογραφημένες αναφορές του θείου Σαντς.

"Στο μεγάλο, ξέφρενο λόμπι κάθισαν σε καλαμένιες καρέκλες κάτω από πληθώρα ανεμιστήρων που στριφογύριζαν.Γύρω τους διακονιάρηδες και χαμίνια σέρνονταν στα πόδια εξόριστων και βετεράνων- επιτέλους μια πρωτεύουσα σε καιρό πολέμου, ένα πολυτελές λόμπι γεμάτο ιστορίες, κατειλημμένο από κατασκόπους και απατεώνες,ανθρώπους που είχαν ξεφύγει και δε λογοδοτούσαν πια στον παλιό τους εαυτό.Συμφωνίες να γίνονται σε μισή ντουζίνα γλώσσες, ύποπτα ραντεβού, προσποιητά χαμόγελα, βλέμματα που λογάριαζαν τις ευκαιρίες.Ψυχοπαθείς ,περιπλανώμενοι, ήρωες.Ψέματα, ουλές, προσωπεία, άπληστες μηχανορραφίες.Αυτό ήταν που ήθελε- κι όχι κάποια βίλα ανάμεσα στους θάμνους"

  Η δεύτερη οπτική είναι αυτή του Τζέιμς, ενός δεκαεπτάχρονου που αποφασίζει να καταταγεί στο στρατό των ΗΠΑ και να πολεμήσει στην κόλαση του Βιετνάμ.Ο Τζόνσον όμως, αφιερώνει λίγες μόνο σελίδες για να περιγράψει τη φονική δράση των πεζοναυτών και κυρίως τη ψυχική διαταραχή που προξενεί αυτή η ζωή στους στρατιώτες με κατάληξη την πλήρη αποκτήνωσή τους.Ακόμα και στην ιστορία του Τζέιμς Χιούστον, ο πόλεμος μοιάζει να μην είναι το κύριο θέμα,να μην είναι τίποτε παραπάνω από ένας αντίλαλος, ο οποίος μόλις που καταφέρνει να φτάσει μέχρι τα φτηνά μπαρ και τα μπουρδέλα,όπου περνούν την ώρα τους οι στρατιώτες.

 Αφού λοιπόν ο Σκιπ καταπιάνεται με άχρηστες αναφορές και ο συγγραφέας μας δίνει μόνο ψήγματα από αυτό που θα λέγαμε "πολεμική δραστηριότητα" του Τζέιμς, τι ακριβώς συμβαίνει στις σχεδόν 750 σελίδες αυτού του βιβλίου.Λοιπόν, ειλικρινά δυσκολεύομαι να απαντήσω.Υπάρχουν κάποιες ανατροπές στην πλοκή,κάποια περιστατικά που προωθούν την εξέλιξη του μύθου,αλλά δεν υπάρχει -πάντα κατά τη γνώμη μου- τίποτε το ουσιώδες.Το "Δέντρο από Καπνό" στερείται κάτι πολύ σημαντικό: κάποια κορύφωση, κάποιες σκηνές που να απογειώσουν το έργο και να συνταράξουν τον αναγνώστη.Αυτό που με βοήθησε να τελειώσω το ογκώδες μυθιστόρημα ήταν η ελπίδα πως κάποια στιγμή θα συμβεί η αναμενόμενη "έκρηξη", πως θα έρθουν αυτές οι 30-40 σελίδες μυστικιστικής εμπειρίας  που όλα τα σπουδαία βιβλία προσφέρουν.

  Ο Τζόνσον βέβαια, όπως και οι περισσότεροι Αμερικανοί λογοτέχνες, διαθέτει ένα μεγάλο όπλο, το καλοδουλεμένο ύφος  και την προσεγμένη γλώσσα.Οι διαταγές των αξιωματικών προς τους στρατιώτες, οι διάλογοι μεταξύ πρακτόρων, καθώς και αυτοί ανάμεσα σε  απλούς πολεμιστές όπως ο Τζέιμς, μοιάζουν βγαλμένη μέσα από τα θέατρα των επιχειρήσεων.Οι στρατιώτες με μια μπίρα στο χέρι χρησιμοποιούν τη γλώσσα του κουρασμένου καραβανά, οι πράκτορες και οι αξιωματούχοι μια γλώσσα ξύλινη, με τεχνικούς όρους προσπαθώντας να είναι απόλυτα ακριβείς.Όσον αφορά λοιπόν την πειστικότητα και την αισθητική των διαλόγων, ο Τζόνσον παίρνει άριστα, αυτό όμως από μόνο του δεν είναι αρκετό για να κρατήσει ζωντανό το ενδιαφέρον(σε αντίθεση με αυτό που πετυχαίνει ο Μπολάνιο),καθώς το περιεχόμενο των συζητήσεων είναι μάλλον άνευ ουσίας.


"Θα έβγαιναν για περιπολία κι αυτός θα ήταν πολύ πιο μπροστά από τους άλλους σε μια φάλαγγα αντρών μες στη ζούγκλα,θα ήταν μπροστά, και θα πατούσε σε κάτι που θα τον ξεκοίλιαζε,που θα του τίναζε τις φλέβες, που θα τον έκανε μια μάζα από πιτσιλιές σαν μπογιά-προτού ο θόρυβος φτάσει στα αυτιά του, τ΄αυτιά του θα είχαν κομματιαστεί-μονάχα ακούς πιθανόν, το σχεδόν ανεπαίσθητο αρχίνισμα ενός μικρού συριγμού"

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2012

Φωνές

11.Μια ψυχή αγία δεν βγαίνει από τον παράδεισο · από την κόλαση βγαίνει.

14.Αυτός που τον εγκατέλειψαν όλοι, μπορεί εύκολα να πιστέψει πως αυτός τους εγκατέλειψε όλους.

87. Όλοι μπορούν να με σκοτώσουν, μα όλοι δεν μπορούν να με πληγώσουν.

168.Ο φονιάς ψυχών δε σκοτώνει χίλιες ψυχές ·σκοτώνει μία χίλιες φορές.

190.Τι σου έχω δώσει, το ξέρω.Τι  πήρες, δεν ξέρω.

245.Σε μία ψυχή γεμάτη χωράνε τα πάντα· σε μια ψυχή άδεια δε χωράει τίποτα.Όποιος θέλει ας το καταλάβει!

305.Ό,τι σχεδόν έχει ανάγκη ο άνθρωπος,το έχει ανάγκη για να μην το έχει ανάγκη.





Σημείωση: Οι αφορισμοί ανήκουν στον Αντόνιο Πόρτσια και προέρχονται από τις "Φωνές", το μοναδικό έργο που εξέδωσε ποτέ. (εκδ.Στιγμή,μτφ Ε.Χ. Γονατάς)


Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2012

Λίγο πριν τη φυγή

 "Περίλυπη είναι η ψυχή μου αυτή τη νύχτα.Αύριο φεύγω.Δεν θα ξαναγυρίσω.Το πρωί, η γυναίκα που μοιράστηκα μαζί της έξι χρόνια από τη ζωή μου θα φύγει με το ποδήλατό της για τη δουλειά,τα παιδιά μας θα πάρουν την μπάλα τους και θα ξεκινήσουν για το πάρκο.Κι εγώ θα βάλω μερικά πράγματα σε μια βαλίτσα,θα γλιστρήσω από το σπίτι σαν τον κλέφτη, με την κρυφή ελπίδα ότι δεν θα με δουν να φεύγω, και θα πάρω τον υπόγειο για να πάω στο σπίτι του Βίκτωρα."

Έτσι ξεκινάει η όμορφη νουβέλα "Οικείες Απιστίες" του Χανίφ Κιουρέισι(εκδ.Καστανιώτης,μετ.Μαρία & Ελένη Παξινού).Ο πρωταγωνιστής και αφηγητής Τζέυ βρίσκεται αντιμέτωπος με μία από τις κρισιμότερες αποφάσεις της ζωής του. Μεγαλωμένος στο κλίμα χειραφέτησης και ελευθερίας που επικράτησε μετά τη δεκαετία του ΄60, ο Τζέυ αρνείται να κρατήσει τα προσχήματα, να αναλάβει τις υποχρεώσεις τους ως πατέρας και σύζυγος και προτιμά να δώσει ένα απότομο και οριστικό τέλος σε μια σχέση που έχει από καιρό χάσει τη φλόγα της.

 Στο σημειωματάριό του καταγράφει τις σκέψεις που του γεννιούνται τις τελευταίες δύο μέρες που περνά στο σπίτι του με την οικογένειά του και ενώ έχει ήδη προετοιμάσει τη φυγή του.Η διήγηση δεν περιορίζεται ασφαλώς στα περιστατικά αυτού του τόσο σύντομου χρονικού διαστήματος, αντίθετα διατρέχει άτακτα όλες τις περιόδους της ζωής του και όλες τις φάσεις της σχέσης του με την Σούζαν.Οι σημειώσεις του Τζέυ μοιάζουν να είναι μια έσχατη, υποσυνείδητη προσπάθεια να βρει νόημα στην οικογενειακή του ζωή και να αγαπήσει εκ νέου την γυναίκα του,η οποία έχει πάψει προ πολλού να τον διεγείρει σεξουαλικά και αποτελεί απλώς ένα δυσάρεστο κομμάτι της καθημερινότητάς του.

 Όπως είναι λογικό, ο Τζέυ δεν χρησιμοποιεί κάποιο σύστημα για να οργανώσει τη σκέψη του.Δεν έχει αποκρυσταλλωμένες απόψεις, ούτε καν για το μείζον θέμα, την ορθότητα της απόφασής του.Επανέρχεται λοιπόν συνεχώς στο ίδιο πρόβλημα, ξεκινώντας  από διαφορετική κάθε φορά αφετηρία. Άλλοτε ορμώμενος από κάποιο εξωτερικό ερέθισμα που τον οδηγεί συνειρμικά σε σκέψεις, άλλοτε μέσω των αναμνήσεών του ο Τζέυ προσπαθεί να καταλάβει γιατί απέτυχε η σχέση του, να προβλέψει τις συνέπειες της απόφασής του για τον ίδιο και τους δικούς , αναρωτιέται για την αληθινή φύση του έρωτα και κάνει όνειρα για την μελλοντική του ευτυχία στο πλευρό της ερωμένης του.Παράλληλα διαπιστώνει τον θάνατο της γενιάς του: ο ίδιος εγκλωβισμένος σε μια οικογένεια που ποτέ δε θέλησε πραγματικά, ο φίλος του Βίκτορας μόνος και αποτυχημένος, ο Ασίφ προσηλωμένος στο μικροαστικό πρότυπο της ευτυχίας και του καλού οικογενειάρχη, όλοι τους απομακρυσμένοι από την ουσιαστική συναισθηματική πληρότητα.Ο καθένας παγιδευμένος με τη θέλησή του και με διαφορετικό τρόπο.

 Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι σελίδες που αφορούν τα δύο αγοράκια του αφηγητή.Ο Τζέυ τα αγαπά πραγματικά και βλέπει στο πρόσωπό τους το μόνο λόγο να δώσει παράταση με τελειωμένη σχέση.Οι σελίδες στις οποίες ο Τζέυ παίζει με τα παιδιά του πριν τα βάλει για ύπνο, αφουγκράζεται την ανάσα τους μέχρι να κοιμηθούν και σκέφτεται με ζήλια πως σύντομα κάποιος άλλος θα πάρει το ρόλο του, είναι πραγματικά συγκινητικές.

"Αυτός ο άλλος άντρας θα τους δίνει το πρώτο φιλί της μέρας,θα τα σηκώνει από το κρεβάτι το πρωί.Το βράδυ θα τα σκεπάζει και θα τους μιλάει, ώσπου να τα πάρει ο ύπνος.Μπορεί να χει βόρεια προφορά, να τα κάνει οπαδούς της Άρσεναλ ή μπορεί να είναι νευρικός και να τα χτυπάει.Εγώ δεν θα μπορώ να επέμβω.Θα είμαι ένας ξένος,που θα τα περιμένει στο αυτοκίνητο.Ο μικρούλης μου θα την ξεχάσει αυτήν την νύχτα.Κανένας από τους δύο δεν θα θυμάται τον πατέρα και την μητέρα του μαζί.Τα παιδιά θα ξεχάσουν τα χρόνια που έζησαν κοντά μου.Εγώ δεν θα μπορέσω να τα σβήσω από τη μνήμη μου"

Ενώ η νουβέλα οδεύει προς το τέλος της και λόγος γίνεται όλο και πιο προσωπικός και συναισθηματικός, ο Τζέυ αδυνατεί να βρει την πολυπόθητη λύση, κάποιο περιστατικό που να δικαιολογεί την λιποταξία του, αισθάνεται ολοένα και πιο αμήχανος μπροστά στην απόφασή του.Η ενδοσκόπηση δημιούργησε νέα ερωτηματικά και καθιστά ακόμα δυσκολότερο το εγχείρημά του.Όταν τα χρονικά περιθώρια που έθεσε στον εαυτό του εξαντληθούν, ο Τζέυ θα αποφασίσει δρώντας περισσότερο διαισθητικά παρά λογικά.

Μέσα από τις "Οικείες Απιστίες" ο Κιουρέισι προβάλλει τα προβλήματα που συνδέονται με το θεσμό της οικογένειας.Η οικογένεια είναι ένα ασφαλές καταφύγιο, απαραίτητο συστατικό για την ευτυχία μας ή μήπως είναι περισσότερο μια φυλακή, μια τροχοπέδη για την γαλήνη;Είναι ο θεσμός της οικογένειας συμβατός με την ατομική ελευθερία που κυνηγάει ο καθένας ή μήπως είναι μηχανισμός υποδούλωσης που έρχεται να στερήσει από το άτομο τη δημιουργικότητα και την όρεξη για ζωή;Και κυρίως: είναι η δημιουργία οικογένειας ένα λάθος που διορθώνεται, όπως όλα τα άλλα;Μια γενιά που θέλησε να σπάσει τα δεσμά της προηγούμενης και βρέθηκε πιασμένη στα δικά της.


"Τα παιδιά μου ψάχνουν τα κουτιά με τα παιχνίδια τους.Βάζουν στην άκρη εκείνα που ήταν κάποτε τα αγαπημένα τους και ανασύρουν άλλα, βαριούνται τα ίδια και τα ίδια.Έτσι κάνω και εγώ με τα βιβλία,τη μουσική, τους πίνακες, τις εφημερίδες.Μπορούμε άραγε να κάνουμε το ίδιο και με τους ανθρώπους;"

Σάββατο 6 Οκτωβρίου 2012

Ο αδικημένος των Νόμπελ

 Κάθε χρόνο, την επομένη της ανακοίνωσης του ονόματος του νέου Νομπελίστα ,το όνομα του Φίλιπ Ροθ εμφανίζεται στις σελίδες των εφημερίδων.Ο μεγαλύτερος εν ζωή Αμερικανός συγγραφέας, ένας από τους σημαντικότερους στον κόσμο , με τρομερή παραγωγικότητα και αρκετά γνήσια αριστουργήματα στην εργογραφία του, για άλλη μια φορά  θύμα του "εμπάργκο" που έχει κηρύξει η Σουηδική Ακαδημία στους λογοτέχνες των Η.Π.Α. από το 1993.Πραγματικά διαβάζοντας τον Ροθ είναι να απορεί κανείς ως προς τι υπολείπεται των άλλων συναδέλφων του που έχουν αποσπάσει το βραβείο.

"Το ανθρώπινο στίγμα" (εκδ.Πόλις, μετάφραση: Τ. Παπαϊωάννου) είναι ένα αρκετά ιδιαίτερο βιβλίο,αντιπροσωπευτικό για το έργο του Ροθ συνολικά.Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται το καλοκαίρι του 1998, στη διάρκεια του οποίου η κραταιά αυτοκρατορία κλονίζεται από το Μόνικα-Γκέιτ, τις ερωτικές περιπέτειες του προέδρου Κλίντον με τη γραμματέα του.Στις αριστοτεχνικές πρώτες τέσσερις σελίδες του βιβλίου, ο Ροθ περιγράφει το πέπλο πουριτανισμού και άτεγκτης πολιτικής ορθότητας που είχε σκεπάσει την πάλαι ποτέ προοδευτική αμερικανική κοινωνία την εποχή εκείνη.

  Υπό αυτές τις συνθήκες ο σπουδαίος κλασικιστής, πρώην κοσμήτορας νυν καθηγητής του Πανεπιστημίου της Αθήνας Κόλμαν Σιλκ , θα βρεθεί μπλεγμένος σε ένα πραγματικά σουρεαλιστικό σκάνδαλο.Παίρνοντας παρουσίες στο μάθημα, ο Κόλμαν παρατηρεί πως δύο φοιτητές δεν έχουν παρουσιαστεί ποτέ στο μάθημα και αστειευόμενος ρωτάει την υπόλοιπη τάξη: "Γνωρίζει κανείς αυτούς τους δύο;Υπάρχουν ή μήπως είναι φαντάσματα;"

 Η φράση αυτή θα αποτελέσει την πέτρα του σκανδάλου, καθώς ο Κόλμαν χρησιμοποίησε τη λέξη spooks, λέξη που εκτός από φάντασμα αποτελεί και όρο που στο παρελθόν είχε προσβλητική σημασία όταν αναφερόταν σε μαύρους.Οι δύο φοιτητές- φαντάσματα αποδεικνύονται μαύροι, θεωρούν πως ο Κόλμαν έκανε χρήση της λέξης spooks με τη δεύτερη, σχεδόν ξεχασμένη σημασία της, και διαμαρτύρονται έντονα στη διεύθυνση του πανεπιστημίου.Ο Σιλκ στιγματίζεται  ως ρατσιστής και τίποτα , ούτε το γεγονός πως ως κοσμήτορας αναμόρφωσε ολικά το πανεπιστήμιο, ούτε ο πρότερος καλός  βίος,ούτε καν το γεγονός πως η ερμηνεία της φράσης που προτείνουν οι δύο φοιτητές δεν ταιριάζει στα συμφραζόμενα, δεν μπορεί να τον απαλλάξει από αυτό το στίγμα.Άλλωστε κανένας δεν προτίθεται να διακινδυνεύσει την υπόληψή του υπερασπιζόμενος έναν κατά κοινή ομολογία ρατσιστή. Έτσι, έπειτα από αγώνες δύο ετών, ο Κόλμαν παραιτείται από το πανεπιστήμιο, αποκόπτεται τελείως από τους συναδέλφους του και αφήνει την οργή του  να τον κατατρώει.

                                 Hong Yi, Jay Chou  portrait (δημιουργήθηκε με κηλίδες που αφήνει ο καφές)


 Το πιο σκληρό χτύπημα θα έρθει για αυτόν με το θάνατο της αγαπημένης του γυναίκας, μετά τον οποίο σπεύδει στον γείτονά του Νέιθαν Ζούκερμαν ζητώντας του να γράψει ένα βιβλίο για την αδικία που έχει συμβεί.Λίγο καιρό αργότερα, ο Νέιθαν μαθαίνει πως ο φίλος του έχει συνάψει σχέση με την Φόνια Φάρλι , μια κατά τριάντα πέντε χρόνια νεότερη του καθαρίστρια του πανεπιστημίου.Ο Κόλμαν ζει με πάθος αυτό το τελευταίο ερωτικό σκίρτημα προσπαθώντας να ανακτήσει τη ζωτικότητα και την ενέργεια της νιότης του, να αναπληρώσει το κενό που άφησε η γυναίκα του και να ελέγξει τους κραδασμούς που προκάλεσε στη ζωή του η αυτοεξορία του από τον φυσικό του χώρο, το πανεπιστήμιο.Ακόμα όμως και αυτή η σχέση δεν θα προσφέρει στον κατατρεγμένο Κόλμαν την ποθητή γαλήνη, καθώς και πάλι καλείται να αντιμετωπίσει την αρνητική στάση των παιδιών του, το συντηρητισμό μιας κοινωνίας που είναι καχύποπτη λόγω της τεράστιας διαφοράς ηλικίας και κοινωνικής θέσης, καθώς και το άσβεστο μίσος του Λες, πρώην συζύγου της Φόνιας και βετεράνου του Βιετνάμ, ο οποίος δεν έχει ακόμα συγχωρήσει τη γυναίκα του για την απιστία της και το θάνατο των δύο παιδιών της.

"Υπάρχει επίσης η επιθυμία να βγάλει προς τα έξω το κτήνος, να ελευθερώσει αυτήν τη δύναμη-για μισή ώρα. για δύο ώρες, δεν έχει σημασία για πόσο, ν΄αφεθεί ελεύθερος σ΄ό,τι προστάζει η φύση. Ήταν παντρεμένος χρόνια ολόκληρα.Είχε παιδιά.Ήταν κοσμήτορας σ΄ένα πανεπιστήμιο.Σαράντα ολόκληρα χρόνια έκανε ό,τι έπρεπε να κάνει.Ήταν πολυάσχολος και η φύση, το κτήνος που υπήρχε μέσα του, ήταν κλεισμένο σε ένα κουτί.Και τώρα το κουτί άνοιξε.Ο κοσμήτορας, ο πατέρα, ο σύζυγος, ο πανεπιστημιακός,ο δάσκαλος, το διάβασμα , οι παραδόσεις, η διόρθωση εργασιών, η βαθμολόγηση των φοιτητών-τέρμα όλα αυτά.Φυσικά στα εβδομήντα ένα σου δεν είσαι πια το ζωηρό  καυλωμένο κτήνος που ήσουν στα είκοσι έξι,αλλά τα απομεινάρια του κτήνους,τα απομεινάρια της φύσης-τώρα έρχεται σε επαφή με τα απομεινάρια."
     
Αυτή είναι σε αδρές γραμμές  η υπόθεση του βιβλίου,ο Ροθ, όμως εισάγει στο δεύτερο ήδη κεφάλαιο μια πολύ σημαντική λεπτομέρεια που δίνει διαστάσεις αρχαίας τραγωδίας στην περιπέτεια του Κόλμαν.Ο Κόλμαν, αυτός ο μορφωμένος καθηγητής που μένει πιστός στην εβραϊκή παράδοση κρύβει ένα απίστευτο μυστικό: η καταγωγή του δεν είναι εβραϊκή, αλλά αφροαμερικάνικη.Ο νεαρός Κόλμαν αποφάσισε στα νιάτα του να εκμεταλλευτεί την ανοιχτόχρωμη, καθόλου προδοτική για την καταγωγή του, επιδερμίδα του για να απαλλαγεί από τα δεσμά που συνεπάγεται η ένταξη του στην ομάδα των έγχρωμων.Κατατάσσεται στο ναυτικό ως λευκός και παρουσιάζεται σε όλους ως Εβραίος, απομακρύνεται εντελώς από τη δική του παράδοση και προσπαθεί να ζήσει εντελώς ελεύθερος, δίχως τους περιορισμούς που θα γνώριζε αν αποδεχόταν τη φυλετική του ταυτότητα, ικανός να αξιοποίησει τις γνώσεις και την εργατικότητά του ακριβώς όπως κάθε λευκός πολίτης.Όταν μάλιστα αποφασίζει να παντρευτεί Εβραία γυναίκα, ανακοινώνει στη μητέρα του πως είναι αδύνατον να ξανασυναντηθούν, καθώς το μαύρο χρώμα της θα αποκάλυπτε σε όλους ποιος πραγματικά είναι ο Κόλμαν Σιλκ.
 

Το τέχνασμα αυτό του  Ροθ είναι ευφυές από κάθε άποψη. Ένας Αφροαμερικανός να κατηγορείται για ρατσισμό σε βάρος ομοεθνών και να μην μπορεί να επικαλεστεί την καταγωγή για να αποδείξει το γκροτέσκο της κατάστασης.Δεν είναι αυτή η η κατάσταση εξίσου τραγική με τους μύθους του Σοφοκλή και του Ευριπίδη που διδάσκει επί δεκαετίες ο Κόλμαν;Παράλληλα ,όπως επισημαίνει στο πολύ καλό επίμετρό του ο Η.Μαγκλίνης, ο Ροθ κλείνει το μάτι στους Εβραίους της Αμερικής: ναι. κουβαλάτε το φορτίο του Ολοκαυτώματος, ανήκετε στη φυλή των εδώ και αιώνες διεσπαρμένων που γνώρισε τυφλό μίσος, όμως για έναν μαύρο η δική σας ταυτότητα είναι λυτρωτική, διαβατήριο για μια καλύτερη, ουσιαστικά  ελεύθερη ζωή, επομένως η θέση σας δεν είναι η χειρότερη δυνατή, δεν είστε ο μόνος αποδιοπομπαίος τράγος.
 
"Επειδή είχε το πιστεύω του, το θρασύ αλαζονικό πιστεύω του:"Δεν είμαι ένας από σας.δεν σας αντέχω, δεν ανήκω στο μαύρο "εμείς" σας.Ο μεγάλος ηρωικός αγώνας εναντίον του "εμείς" τους: κοίτα πού τον είχε οδηγήσει"


  Στο βιβλίο αυτό ο Ροθ οδηγεί το ζήτημα της ταυτότητας στα άκρα.Είναι δυνατόν να απαλλαγούμε εντελώς από τις παραδόσεις μας, το φορτίο της μνήμης που κληρονομούμε;Από τη στιγμή που ο Κόλμαν θέλει να δηλώνει Εβραίος και κανείς δεν υποψιάζεται τίποτα, μήπως ανήκει όντως σε αυτήν την ομάδα ή χρειάζεται και κάποιο άλλο στοιχείο που δεν διαθέτει;Αν θέλετε τίθεται εμμέσως και το ζήτημα της μοίρας: ο Κόλμαν δεν θέλει το "στίγμα" του μαύρου και καταλήγει με αυτό του ρατσιστή, λες και είναι καταδικασμένος να βιώσει την κοινωνική χλεύη και την περιθωριοποίηση,όπως ο Οιδίποδας είναι καταδικασμένος  να διαπράξει το πιο ανίερο έγκλημα παρά τις προσπάθειές του να το αποφύγει.
 

  Ενδιαφέρον παρουσιάζει και το ζήτημα του αφηγητή.Τυπικά αφηγητής σε ά πρόσωπο είναι ο Νέιθαν Ζούκερμαν που αναλαμβάνει να γράψει το βιβλίο, όμως σύντομα φεύγει από το προσκήνιο και δίνει τη θέση του σε ένα παντογνώστη τριτοπρόσωπο αφηγητή που είναι σε θέση να γνωρίζει και να εξιστορήσει σε σχεδόν 80 σελίδες όλο το παρελθόν του Κόλμαν Σιλκ. Άλλοτε πάλι είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς αν ο Νέιθαν Ζούκερμαν υιοθετεί την οπτική ενός προσώπου ή αν αυτά τα ίδια παίρνουν το λόγο και μιλούν σε πρώτο πρόσωπο, το καθένα με το δικό του ύφος και λεξιλόγιο.Έτσι μαθαίνουμε από πρώτο χέρι τις σκέψεις όχι μόνο του Ζούκερμαν-αφηγητή, αλλά και το Κόλμαν, της Φόνιας και άλλων προσώπων."Το ανθρώπινο στίγμα" καινοτομεί λοιπόν και στις τεχνικές αφήγησης, καθώς παρουσιάζει μια ιδιάζουσα πολυφωνικότητα, στην οποία , ο Ζούκερμαν, ο παντογνώστης αφηγητής, ο Ροθ(ως κομμάτι των δύο προηγούμενων) και τα διάφορα πρόσωπα της ιστορίας, εναλλάσσονται διαρκώς στην αφήγηση.
 
 Το ύφος και γλώσσα του Ροθ, που αποδίδεται άψογα στην μετάφραση, είναι πραγματικά απαράμιλλο.Έτσι ακόμα και σε πολλά σημεία φλυαρεί και δεν προωθεί ουσιαστικά τη δράση, το κείμενο παραμένει εξίσου γοητευτικό.Ο λόγος του κατά κανόνα μακροπερίοδος στην αφήγηση μου έδωσε την αίσθηση μιας εκπληκτικής ρυθμικότητας, συχνά μοιάζει να "πάλλεται" και από μόνος να προσδίδει ένταση στο κείμενο (ενδεικτικά παραπέμπω και πάλι στις πρώτες σελίδες).Τα δυσάρεστα γεγονότα συχνά επενδύονται με χιούμορ, με μια πικρή ειρωνεία.

                                                      wine-stain,Jason Hedges 


Παράλληλα με το δράμα του Κόλμαν, υφαίνονται και άλλα νήματα: σε μερικές μνημειώδεις σελίδες σκιαγραφείται ο χαρακτήρας του Λες, η τρέλα, η κατάσταση μόνιμης σύγχυσης και επιφυλακής που τον οδήγησε η ζούγκλα του Βιετνάμ.Βλέπουμε την απόλυτη ρηχότητα στη προσωπική ζωή μιας Γαλλίδας καθηγήτριας, που παρά την σπουδαία καριέρα της αδυνατεί να χτίσει γέφυρες με άλλους ανθρώπους, μένει ανικανοποίητη σεξουαλικά, γεγονός που προκαλεί συμπλέγματα στη συμπεριφορά της.Πρόκειται για ένα ζωντανό βιβλίο,με αρκετές πτυχές, όχι εξίσου σημαντικές, σε καμία περίπτωση μονοδιάστατο και οργανωμένο αυστηρά γύρω από ένα και μοναδικό επεισόδιο, με μια χαμηλόφωνη, σχεδόν κατανυκτικής ατμόσφαιρας τελευταία σκηνή, αντάξια των της τραγωδίας που έχει προηγηθεί.

"Όλα μου τα αισθήματα μαντάρα,δεν αισθάνομαι τίποτα.Λες και με έχουν χτυπήσει κατακέφαλα με καδρόνι,δεν συμβαίνει τίποτα.Μετά κάτι συμβαίνει, κάτι τεράστιο, κι εγώ πάλι δεν αισθάνομαι απολύτως τίποτα.έχω παραλύσει.Τα παιδιά μου είναι πεθαμένα,αλλά το κορμί μου έχει παραλύσει και το μυαλό μου είναι άδειο.Το Βιετνάμ. Αυτό φταίει!Δεν έκλαψα τα παιδιά μου.Ο γιος μου πέντε χρονών ,η κόρη μου οκτώ."Γιατί δεν αισθάνομαι τίποτα;" ,σκέφτηκα"Γιατί δεν τα έσωσα;Γιατί δεν μπόρεσα να τα σώσω;"Όλα εδώ πληρώνονται.Όλα!Μόνο το Βιετνάμ σκεφτόμουν. Όλες τις φορές που νόμιζα πως θα πέθαινα.Έτσι άρχισα να καταλαβαίνω πως δεν γίνεται να πεθάνω.Επειδή απλούστατα είμαι ήδη νεκρός.Επειδή πέθανα ήδη στο Βιετνάμ.Επειδή είμαι ένας άνθρωπος που έχει ήδη πεθάνει, γαμώτο!"
ας ελπίσουμε ότι αυτή τη φορά η Ακαδημία θα τον θυμηθεί