Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2012

Έρωτας στην Ισταμπούλ

"Δεν υπάρχει κάστρο και καρδιά που να μην μπορείς να κατακτήσεις με υπομονή και επιμονή, συμφωνείτε;"

Στην ορθότητα  αυτής της φράσης βασίζει τις ελπίδες του  ο Κεμάλ, πρωταγωνιστής του τόσο ρομαντικού και συγκινητικού "Μουσείου της Αθωότητας" (εκδ. Ωκεανίδα, μετάφραση Στέλλα Βρεττού). Το έργο αυτό του Παμούκ μπορούν να εκτιμήσουν όσοι ερωτεύτηκαν πραγματικά  έστω και μια φορά, όσοι ένιωσαν τον πόνο -ψυχικό και σωματικό- της απόρριψης, όσοι θεώρησαν τον εαυτό τους ευτυχισμένο μόνο δίπλα σε ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, όσοι γεφύρωναν  με όνειρα και ανέφικτες φαντασιώσεις το κενό ανάμεσα σε πραγματικότητα και επιθυμία. Γιατί ορισμένα από τα χαρακτηριστικά του έρωτα, όπως η τυφλή υποταγή, η αποδοχή του αυτοεξευτελισμού, η έμμονη προσπάθεια ικανοποίησης του πόθου μας, είναι κατανοητά και ρεαλιστικά μόνο για τους ανθρώπους που έζησαν μια τέτοια καταιγίδα συναισθημάτων. Δίχως τις εμπειρίες αυτές - που παρά την καθολικότητά τους , φαντάζουν μοναδικές, ανεπανάληπτες στην προσωπική μας ιστορία- κάποιοι ίσως χαρακτηρίσουν το βιβλίο του Παμουκ ως φτηνό ρομάντζο, μελόδραμα.
    Το ογκώδες μυθιστόρημα μας ταξιδεύει στη σχέση του Κεμάλ με την κατά δώδεκα χρόνια νεότερή του Φισούν. Πρόκειται για μια ανατομία του έρωτα σε μια από τις πιο ακραίες μορφές του, αυτήν της απόλυτης, σχεδόν αυτοκαταστροφικής αφοσίωσης στον πόθο. Στα μέσα του 1975 τίποτε δε φαίνεται ικανό να γκρεμίσει την ευτυχία του Κεμάλ : προερχόμενος από μεγαλοαστική οικογένεια, σπουδαγμένος στην Αμερική, πολυταξιδεμένος κι έχοντας ήδη στα τριάντα αναλάβει τα ηνία μιας μεγάλης επιχείρησης, είναι έτοιμος να κάνει το μεγάλο βήμα και να παντρευτεί την αγαπημένη του Σιμπέλ.
     Ενώ οι προετοιμασίες του αρραβώνα βρίσκονται στην τελική ευθεία , τα πάντα ανατρέπονται.Με το που  βλέπει τυχαία τη μακρινή του ξαδέρφη Φισούν, καταλαβαίνει πως την έχει ερωτευτεί. Ο Κεμάλ αδυνατεί να συγκρατηθεί και ρίχνεται στον έρωτά του.Προστατευμένοι σε ένα ήσυχο διαμέρισμα στην πολυκατοικία Μερχαμέτ, οι δύο εραστές περνούν ευτυχισμένες ώρες και απολαμβάνουν το σεξ ,όπως ποτέ άλλοτε. Δυστυχώς για τον Κεμάλ η πραγματική ευτυχία άργησε μερικούς μήνες. Έτσι, παρά τη σφοδρότητα των συναισθημάτων του, διστάζει να ακυρώσει τον αρραβώνα σεβόμενος τη Σιμπέλ.
        
"Κι όσο φιλιόμασταν , με τα φιλιά μας να μακραίνουν ολοένα πιο πολύ, στην τεράστια σπηλιά που σχημάτιζαν τα στόματά μας, μαζευόταν κάτι σαν μέλι, γλυκό και χλιαρό, που καμιά φορά έτρεχε από την άκρη των χειλιών μας στο πηγούνι μας, ενώ μπροστά στα μάτια μας άρχιζε να εμφανίζεται μια χώρα όμορφη σαν παράδεισος, ονειρεμένη ,που  μόνο στην αισιόδοξη φαντασία ενός παιδιού μπορεί να υπάρχει , κι εμείς, με το καλειδοσκόπιο του νου μας, κοιτάζαμε τη χρωματιστή αυτή χώρα, σα να κοιτάζαμε τον παράδεισο.Κμιά φορά, ο ένας από τους δυο μας, σαν πεινασμένο πουλί που κρατάει στο ράμφος του με προσοχή ένα σύκο ,έπαιρνε, βυζαίνοντας τρυφερά, στο στόμα του το πάνω ή το κάτω χείλος του άλλου κι έσφιγγε με τα δόντια του το κομμάτι  από τα χείλια που είχε φυλακίσει,σαν να έλεγε στον άλλο "Τώρα είσαι στο έλεός μου!", ενώ ο άλλος, αφού απολάμβανε υπομονετικά τις περιπέτειες του χειλιού του και για πρώτη φορά αισθανόταν πόσο ανατριχιαστικά γευστικό είναι ν΄αφήνεσαι στο έλεος του εραστή σου, να εγκαταλείπεις με γενναιότητα στο έλεός του, όχι μόνο τα χείλια σου αλλά και το κορμί σου, αφού καταλάβαινε ότι η περιοχή ανάμεσα στη στοργή και την υποταγή είναι το πιο σκοτεινό, το πιο βαθύ μέρος του έρωτα, έκανε το ίδιο στον άλλο,και τότε ακριβώς οι γλώσσες μας,σπαρταρώντας από την ανυπομονησία στα στόματά μας,συναντιόνταν με βιάση ανάμεσα από τα δόντια μας και μας θύμιζαν τη γλυκιά πλευρά του έρωτα ,που δεν έχει να κάνει με τη βία ,αλλά με την τρυφερότητα, με το αγκάλιασμα , με την αφή."


  Στο σημείο αυτό ξεκινά το βασανιστήριο του Κεμάλ.Η Φισούν αρνείται να ξανασυναντηθεί μαζί του και έχοντας χάσει τα ίχνη της βυθίζεται σε μαρασμό.Όταν η κατάσταση φτάνει πλέον στο μη περαιτέρω , με τη Σιμπέλ να δυσανασχετεί και τον ίδιο να σημειώνει επαγγελματικές αποτυχίες, ο Κεμάλ παίρνει τη μεγάλη απόφαση και χωρίζει την αρραβωνιαστικιά του. Στο εξής επικεντρώνει τις προσπάθειές του στην ανάκτηση της Φισούν, η οποία έχει παντρευτεί έναν νεαρό κινηματογραφιστή.

   Ο Κεμάλ ,δίχως να λογαριάζει τις συνέπειες,  γίνεται δεκτός στους κύκλους της οικογένειάς της και έχει έτσι τη δυνατότητα να την επισκέπτεται σε σχεδόν καθημερινή βάση στο πατρικό της.Οι καταστάσεις που εκτυλίσσονται είναι κωμικοτραγικές με τον Κεμάλ να προσπαθεί να μετριάσει τον πόνο του επισκεπτόμενος την αγάπη, αλλά ταυτόχρονα  είναι καταδικασμένος απλώς να τη θαυμάζει σαν έκθεμα μουσείου. Ως υποκατάστατο μάλιστα της σχέσης τους, ο Κεμάλ συλλέγει σχεδόν φετιχιστικά κάθε λογής αντικείμενα που του θυμίζουν τις ευτυχισμένες μέρες που περάσανε μαζί: χιλιάδες γόπες από τα τσιγάρα της, τα άδεια μπουκάλια του αρώματός της, εισιτήρια από τις ταινίες που είδανε, κοκαλάκια , ρούχα, σκουλαρίκια της, ακόμα και διακοσμητικά που παίρνει σαν κλέφτης  απ΄το σπίτι της.Όλα αυτά τα λάφυρα μεταφέρονται στο αλλοτινό ερωτικό τους καταφύγιο της πολυκατοικίας Μερχαμέτ, όπου ο Κεμάλ καταφεύγει όποτε ο πόνος του γίνεται αφόρητος.

"στον αυχένα μου ένιωθα τον ήλιο, στον νου μου είχα τον έρωτα, στην ψυχή μου, αγωνία, στην καρδιά μου, πόνο"     

Την πρωτοπρόσωπη αφήγηση μονοπωλούν επαναλαμβανόμενα γεγονότα, οι εκατοντάδες πανομοιότυπες επισκέψεις στο σπίτι των Κεσκίν, οι κοινές έξοδοι σε εστιατόρια ή κινηματογράφους , όταν ο Κεμάλ συνοδεύει τη Φισούν μαζί με τον άντρα της! Για το λόγο αυτό ο Παμούκ γίνεται κάπως φλύαρος σε ορισμένα σημεία.
    Αυτό όμως που είναι υπέροχο στο βιβλίο είναι οι σκέψεις που βασανίζουν τον Κεμάλ, σκέψεις ενός βαριά ερωτευμένου που παρότι έχει ελάχιστες πιθανότητες να ευτυχήσει εξακολουθεί να ελπίζει, θυσιάζοντας την κοινωνική του υπόληψη, ξοδεύοντας χρήματα για να φέρει τη Φισούν ένα εκατοστό πιο κοντά του υποβαθμίζοντας τις υπόλοιπες φιλικές του σχέσεις.
      Σε πολλά σημεία είναι αδύνατον η αφήγηση να μη αγγίξει την πιο ευαίσθητη χορδή του αναγνώστη. Γινόμαστε μάρτυρες των ενοχών και των τύψεων του για τα λάθη που έκανε ,ώστε να απομακρύνει τη Φισούν από κοντά του. Παρακολουθούμε τις ψυχολογικές του μεταπτώσεις: ευτυχισμένος με ένα ενθαρρυντικό(;) νεύμα της Φισούν, καταβαραθρωμένος μετά από έναν ψυχρό, τυπικό χαιρετισμό. Πολλοί θα νιώσουν ομοιοπαθείς με τον Κεμάλ, όταν ο πόθος φουντώνει, τον κυριεύει και τον δυσκολεύει να συγκρατηθεί , όταν θέλει να φιλήσει την αγαπημένη του και να της φωνάξει "σ΄αγαπώ" , αν και αυτό δε θα έφερνε κανένα αποτέλεσμα.Πολλοί θα αναγνωρίσουν στην ανακούφιση του Κεμάλ ,όταν απλώς κρατάει το χέρι της, ένα δικό τους ξεχασμένο συναίσθημα σε αντίστοιχες στιγμές. Ποιος δε θα συγκινηθεί διαβάζοντας για τον άτυχο Κεμάλ που ως άλλος Τάνταλος έχει μέσα στα μάτια του το αντικείμενο του πόθου του, αλλά αδυνατεί να το σφίξει στην αγκαλιά του και καθηλωμένος  στο σαλόνι των Κεσκίν βιώνει το πιο σκληρό μαρτύριο: βλέπει τη γυναίκα που λατρεύει να ευτυχεί δίπλα σε άλλον άντρα;Ποιος δε θα συγκινηθεί με την εικόνα του Κεμάλ που κλαίει με λυγμούς, που σφίγγει στην αγκαλιά του άψυχα αντικείμενα με τη μυρωδιά της Φισούν, επειδή δε μπορεί να έχει την ίδια; Ο Παμούκ δημιουργεί μια τόσο έντονη και ρεαλιστική απεικόνιση της απόγνωσης ενός ερωτευμένου που δύσκολα ξεχνιέται.

  Στο παρασκήνιο των απεγνωσμένων προσπαθειών του Κεμάλ, βλέπουμε το πρόσωπο μιας Τουρκίας που αλλάζει. Από τη μία τα έθιμα, οι προκαταλήψεις, η ιερότητα της "παρθενιάς" και η σεμνοτυφία της λαϊκής μάζας και από την άλλη οι προσπάθειες της ανώτερης τάξης να εκμοντερνιστεί, να μιμηθεί το επιτυχημένο δυτικό πρότυπο, ακόμα και αν αυτό δεν ταιριάζει πάντα στην ιδιοσυγκρασία της

  Τέλος να σημειωθεί πως από φέτος λειτουργεί στην Κωνσταντινούπολη το Μουσείο της αθωότητας, όπου οι επισκέπτες μπορούν σε αριθμημένες προθήκες να δουν τα αντικείμενα της Φισούν που ο Κεμάλ μάζευε ανά κεφάλαιο.Η συλλογή του μουσείου δημιουργήθηκε παράλληλα με τη συγγραφή του βιβλίου.Πριν ακόμα ο λογοτεχνικός Κεμάλ προσφέρει ένα δώρο στην αγαπημένη του, ο Παμούκ είχε φροντίσει ήδη να το αγοράσει .Ο Παμούκ χρηματοδότησε ο ίδιος το μουσείο προκειμένου το μουσείο που δημιουργεί τελικά ο λογοτεχνικός του ήρωας να γίνει πραγματικότητα. Εκεί μεταξύ άλλων φυλάσσονται τα χειρόγραφα του Τούρκου Νομπελίστα που έχει αυτή την μοναδικό ανατολίτικο ταλέντο  να πλάθει και να διηγείται ιστορίες που σε συγκινούν και σε μαγεύουν.

"Όσο κρατούσα στα χέρια μου τα πράγματα που είχε αγγίξει η Φισούν και την είχαν κάνει αυτή που ήταν, όσο τα χάιδευα, τα κοίταζα, τα ακουμπούσα στο λαιμό μου, στους ώμους μου, στο γυμνό στήθος μου, στην κοιλιά μου, αυτά εξαπέλυαν στην ψυχή μου, με δύναμη παρηγοριάς, τις αναμνήσεις που είχαν κρατήσει μέσα τους."


Ο orhan pamuk στο μουσείο της αθωότητας 
                                                                                                                 Πάνω: "Τάνταλος" του  Gioacchino Assereto

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου